Οι εκλογές είχαν τελειώσει, η ανομβρία κι η ζέστη απέτρεπαν εξορμήσεις για μανιτάρια. Παρόλα αυτά η ύπαιθρος του νησιού ήταν εκεί κι η ευκαιρία για βόλτα δεδομένη. Η συγκυρία δε, κατάλληλη. Η Ελλάδα κάθε Δευτέρα καθηλωμένη μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες, όχι για ένα τηλεπαιχνίδι τύπου μπίγκ μπράδερ, ούτε για καμιά σαπουνόπερα, αλλά για μια τηλεοπτική σειρά. Το «Νησί».
Είχαμε ακούσει για το μέρος, είχαμε κάνει και μια βιαστική επίσκεψη με τη Βαγγελιώ και τον Γ.Τ. αλλά είπαμε να κάνουμε μια ακόμη επίσκεψη, τώρα που ξέραμε το δρόμο. Προορισμός μας το Λωβοχώρι, η Ράχη, το χωριό των χανσενικών, των λεπρών της Λέσβου εκεί στα Πλωμάρια! Εγώ, η Ελένη και μαζί μας ο Μάνος Σαβάκης, διδάσκων στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου και «ειδικός» για το θέμα αφού το διδακτορικό του αφορά τους λεπρούς της Σπιναλογκα… πριν αυτοί γίνουν «μόδα» μέσα από το βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ ή το σήριαλ του Μέγκα.
Γράφει ο Τάξης γι αυτό (Τάξης,1994 [1909]):
«Ως χωρίον δ’ ελογίζετο άλλοτε και η Ράχη, ήτοι το Λωβοχώριον, αριθμούν μέχρι προ ολίγων ετών υπερ τας 80 οικίας, αλλ’ ήδη ευτυχώς πλησιάζει να εκλίπη, των πασχόντων αυτόθι αποκλήρων της Μοίρας αριθμουμένων νυν εις 6-7 μόνον. Είνε ευτύχημα, ότι η επάρατος αύτη ασθένεια της Λώβης εξαλείφεται βαθμηδόν εκ της νήσου»
Φτάσαμε στην περιοχή μετά από τις πανέμορφες δασωμένες πλαγιές του Ολύμπου. Η αλήθεια είναι ότι μόνο η περιφερειακή μας όραση ευχαριστήθηκε τη διαδρομή αφού στο αυτοκίνητο η συζήτηση είχε «ανάψει» για το σήριαλ. Για το πόσο πιστό είναι στην ιστορική πραγματικότητα, για την σκηνοθεσία, την ηθοποιία των πρωταγωνιστών, για το πόσο πιστό είναι στο κείμενο της Χίσλοπ, για τους λόγους που άγγιξε τους χιλιάδες τηλεθεατές στη χώρα μας ή τους εκατοντάδες χιλιάδες αναγνώστες σε όλο τον κόσμο. Αμπελικό, Ακράσι και στάση για καφέ στο έρημο χωριό… «Στις ελιές είναι όλοι»… απολογήθηκε μια νοικοκυρά που μας είδε να περιδιαβαίνουμε το χωριό. Απ’ την πλατεία η μαγευτική θέα του φαραγγιού του Πριονά μέχρι κάτω στη Δρότα έδωσε ευκαιρία για συγκρίσεις με την πατρίδα του Μάνου, την Κρήτη.
Το τελικό κομμάτι της διαδρομής από το Ακράσι μέχρι το στόχο μας κύλησε σε σιγή. Προσπαθούσαμε να δούμε τα «σημάδια». Ο μαντρωμένος δρόμος με την στάνη αριστερά και το προσκυνητάρι του Αη Γιώργη, η σάγια δεξιά που το καλοκαίρι μπαξαβάνηδες στήνουν ενίοτε πάγκο πώλησης ζαρζαβατικών. Βρήκαμε το σημείο, παρκάραμε, τις τσάντες στον ώμο και σιγά σιγά το μονοπάτι από τον κεντρικό δρόμο προς το Λωβοχώρι.
Η στάνη στην είσοδο δεν σε προδιαθέτει αισθητικά… και δεν είναι τα φυσικά απόβλητα της κτηνοτροφίας αλλά το σκουπιδαριό που για ανεξήγητους λόγους συνηθίζουν οι κτηνοτρόφοι μας να μαζεύουν στις στάνες τους. Ας είναι. Δεξιά κι αριστερά ελιές λίγο πριν τη συγκομιδή. Λιόπανα στρωμένα, αγρότες στις γνωστές δραστηριότητες της περιόδου. Τέμπλα, σήκωμα διχτύων, μάζεμα στο καλάθι, τσουβάλιασμα… «Που πάμε παιδιά» η ερώτηση μετά το χαιρετισμό… κι η απάντηση αφήνει ως ανταπάντηση μόνο ένα βλέμμα απορίας «… στο Λωβοχώρι, στον Αη Γιώργη». Σε λίγο το τοπίο αλλάζει. Η βλάστηση προδίδει την παρουσία νερού όπως και μια μαύρη σωλήνα αρδεύσεως που διατρέχει κατά μήκος το μονοπάτι.
Ένα ντάμι καθώς ανεβαίνεις προς τον Αη Γιώργη |
Αριστερά μας ένα ντάμι, ποιος ξέρει μπορεί κάποτε να ήταν το καταφύγιο ενός λεπρού. Οι γερασμένες πια ημιξερες συκιές σίγουρα προμήθευσαν τους θρεπτικούς τους καρπούς, φρέσκους ή ξερούς στους κατοίκους του οικισμού.
«Δεν ξέρουμε πότε πρωτοέγινε η εγκατάσταση» σημειώνει ο Μάκης Αξιώτης (1992: 632-33). Πάντως θεωρείται βέβαιο ότι υπήρχε τον 17ο αιώνα και σε αυτόν στέλνονταν οι άρρωστοι απ΄ όλο το νησί. Ο ίδιος επισημαίνει ότι στη συνέχεια φαίνεται ότι κάλυπτε μόνο το Πλωμάρι αφού δημιουργήθηκαν και άλλοι τέτοιοι οικισμοί όπως αυτός ψηλά στον Αη Λιά των Παρακοίλων.
Δεξιά μας πλατάνια και μια βρύση. Η βρύση του οικισμού. Στη ρίζα ενός πλατανιού ο παλιός ντουσιμές και μια δεξαμενή για το νερό, μισή χτισμένη, μισή σχηματισμένη από τις ρίζες και τη κουφάλα του πλάτανου.
Στη ρίζα ενός πλατανιού ο παλιός ντουσιμές και μια δεξαμενή για το νερό μισή χτισμένη, μισή σχηματισμένη από τις ρίζες και τη κουφάλα του πλάτανου |
Η βρύση του οικισμού |
Ο ντουσιμές |
Σκύβεις να περάσεις κάτω από την αψίδα των κλαδιών και κει ψηλά σαν πύργος ο Αη Γιώργης, η εκκλησία του οικισμού.
Ο Άη Γιώργης |
«Το Λωβοχώρι, κτισμένο προς τα δυτικά του ναϋδρίου τούτου, ηύξανε συν τω χρόνω με την έντασιν της νόσου και με την υποχώρησίν της ήρχισε κατ’ ολίγον να ερημώνηται και ερειπιώνεται» σημειώνει ο Ιωάννης Κ. Μουτζούρης στο κείμενό του, «Η Λώβη και το Λωβοχώρι Πλωμαρίου» (ανάτυπο εκ του Ποιμένα) (1941). Ο ίδιος θεωρεί υπερβολικό τον αριθμό των 2.000 λεπρών που πληροφορίες έφεραν ότι κατοικούσαν στο Λωβοχώρι το 1846 αφού 17 χρόνια αργότερατο 1863 στον οικισμό διέμεναν 50-60 ασθενείς (ο.π.: 9). Το 1889 στον οικισμό διαμένουν 17 άνδρες και 9 γυναίκες ενών το 1891 ο συνολικός αριθμός είναι 25 άτομα για να φτάσουμε στον αριθμό των 6-7 ασθενών που μας μεταφέρει ο Τάξης. Ο τελευταίος μεταφέρθηκε «…εσχάτως… εις Σπιναλόνγκαν» (ο.π.:10).
Ο ναός φαίνεται να έχει ανακαινισθεί πρόσφατα με την «λεπτότητα» που τα τελευταία χρόνια έχουν ανακαινισθεί πολλές εκκλησίες του νησιού. Η πόρτα από …χρωματιστό αλουμίνιο είναι χαρακτηριστική. Το μπροστινό κομμάτι του ναού προδίδει τον αληθινό παραδοσιακό χαρακτήρα του. Το εσωτερικό λιτό, λαϊκό (αρχιτεκτονικά).
Το εσωτερικό του Αη Γιώργη |
Οι εικόνες στο τέμπλο ετερόκλητες. Μια πληροφορία της Βαγγελιώς έλεγε ότι η Αη Γιώργης ήταν ζωγραφισμένος με χαρακτηριστικά της νόσου… ποιος ξέρει. Η εικόνα του τέμπλου σήμερα είναι καινούργια, λαϊκής τέχνης κι αυτή αλλά πρόσφατη. Αντίθετα το βλέμμα σου τραβάει ο Χριστός. Μπορεί να ήμασταν προκατειλημμένοι αλλά στα μάτια μας για πρώτη φορά βλέπαμε έναν ασθενή Ιησού.
Η εικόνα του Χριστού |
Σε αυτήν εδώ την εκκλησία «…ενυμφεύονται δε οι λωβοί, εβάπτιζον τα τέκνα των, ετέλουν όλα εν γένει τα θρησκευτικά των καθήκοντα δια του μονίμου εφημερίου των εις το ναϋδριον του αγίου Γεωργίου».
Ανηφορίσαμε πάνω από την εκκλησία. Μέσα από ασχίστες, πρίνους και γέρικες συκές αντικρίσαμε τα θεμέλια του ερειπιώνα. Σέτια έδειχναν τα χωράφια και τις πεζούλες που καλλιεργούσαν οι ίδιοι οι ασθενείς για την επιβίωσή όχι μόνο τη δική τους αλλά και συγγενών τους που τους ακολούθησαν στην απομόνωση, υγιείς όντες αυτοί (Τάξης, 1994 [1909]: 116).
Μέσα στην βλάστηση διακρίνονται τα θεμέλια του ερειπιώνα |
Περπατήσαμε αρκετή ώρα σιωπηλοί. Μέσα στους πρίνους το μάτι μου έπεσε, το χούι δεν κόβεται, σε μανιτάρια. Ένας βωλίτης και μια ρούσουλα άγνωστα είδη για μένα αλλά ίσως εδώ με τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου να έβρισκαν οι …λωβοί ακόμη ένα τρόπο για να επιβιώνουν.
Μια ρούσουλα (Russula spp.) |
Λίγο πριν κατηφορίσουμε για το αυτοκίνητο σταθήκαμε για μια τελευτά ματιά. Κουβεντιάσαμε λίγο και ‘γω ενθυμούμενος την πρώτη δουλειά που έκανα πήρα μια μικρή συνέντευξη από το Μάνο:
Βιβλιογραφία
Αξιώτης, Μάκης, 1992, Περπατώντας τη Λέσβο. Τόμος Β’. Μυτιλήνη
Μουτζούρης Ιωάννης, 1941 Η Λώβη και το Λωβοχώρι Πλωμαρίου (Ανάτυπον εκ του «Ποιμένος») Μυτιλήνη
Τάξης, Σταύρος, 1994, Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου. Φωτομηχανική ανατύπωση της έκδοσης του 1909. Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Μυτιλήνη
Διαβάστε ακόμη:
Hislop, Victoria 2007,Το νησί εκδ. ΔΙΟΠΤΡΑ, Αθήνα
Σαββάκης, Μάνος 2010 Οι λεπροί της Σπιναλόγκας - Ιατρική, εγκλεισμός, βιωμένες εμπειρίες (1903-1957) Εκδ. «Πλέθρον» Αθήνα
Πληροφορίες:
Δείτε:
Από την εκπομπή η Μηχανή του Χρόνου
Από την εκπομπή Πρωταγωνιστές
Από την εκπομπή η Μηχανή του Χρόνου
Από την εκπομπή Πρωταγωνιστές
4 comments:
Αριστείδη καλημέρα, σας ευχαριστώ και για την εκδρομή σε ένα πανέμορφο τοπίο,αλλά και για ότι επακολούθησε.....καλή χρονιά και ας ελπίσουμε ότι τα καλύτερα έπονται.....
Μάνος Σαββάκης
Πολύ ενδιαφέροντα τα ιστορικά -κοινωνιολογικά στοιχεία αλλά και η διαδρομή!
Καλά κάνατε και αναδείξατε αυτό το ξεχασμένο κομμάτι του τόπου μας, αλλα να έχετε υπόψη ότι όλη αυτή η περιοχή έχει αγοραστεί και είναι ιδιόκτητη, οπότε δεν είναι πρέπον να σχολιάζετε τα "σκουπίδια" των κτηνοτρόφων και ό,τι άλλο δεν σας άρεσε, αφού αποτελούν ιδιοκτησία του γράφοντος. Δεν νομίζω στο δικό σας σπίτι να δέχεστε παρατηρήσεις από αγνώστους. Όσον αφορά το εκκλησάκι, είναι επισκέψιμο για όποιον επιθυμεί, αλλά να γνωρίζετε ότι η ανακαίνισή του που μπορεί να μη σας άρεσε, έχει γίνει από κατοίκους της γύρω περιοχής, οι οποίοι διέθεσαν τα λίγα χρήματα που μπορούσαν για τη χάρη του Αϊ Γιώργη και για να μην καταρρεύσει το εκκλησάκι. Εσείς που έρχεστε λοιπόν σαν επισκέπτες και καταγράφετε τα ιστορικά στοιχεία, καλό είναι να μείνετε μόνο σε αυτά.
Χαίρομαι για την ανταπόκριση του ιδιοκτήτη της έκτασης αλλά ας μου επιτρέψει να κάνω δυο τρεις παρατηρήσεις. 1ον η ιδιοκτησία δεν είναι το υπέρτατο κριτήριο ιδιαίτερα αν έχει να κάνει με δημόσιους πόρους όπως τη γη, τα νερά και τον αέρα που είναι δημόσια αγαθα και ακόμα βέβαια αν παραγόμενα αγαθά σε μια ιδιοκτησία διακινούνται προς κατανάλωση.
2ον η παρατήρηση για το εκκλησάκι δεν έχει να κάνει με τους πιστούς που το φρόντισαν αλλά για την αδυναμία της πολιτείας μέσω της αρμόδιας υπηρεσίας και της Εκκλησίας που δεν μπορούν να φροντίσουν τα μνημεία που άφησαν οι παλιότερες γενιές.
3ον και επί της ουσίας, εμένα μου φάνηκε γενικά ένα περιποιημένο χωράφι όσον αφορά τις ελιές πράγμα που δείχνει μερακλή άνθρωπο. Επειδή μερικές φορές όμως όλοι μας μέσα στην καθημερινότητα και τη βιοπάλη δε βλέπουμε μερικά πράγματα [που είναι πολύ εύκολο να διορθωθούν]ας εκμεταλευτεί τη ματιά ενός περιπατητή που ταίριαξε να περάσει μέσα από το κτήμα του, κι ας εκλάβει τις παρατηρήσεις ως ευκαιρία ο επόμενος που θα πάει να δει το Λωβοχώρι, ή να ανάψει ένα κερί στον Αη Γιώργη να μη παρατηρήσει μόνο το πόσο μερακλής είναι ο ιδιοκτήτης στις ελιές του, αλλά να επεκτείνει την παραπάνω παρατήρηση και στα επίδικα τούτου του σχολίου
Post a Comment